center

Chantez à l'âne, il vous fera des pêts

La petite chanteuse á grand cul.

dimanche, octobre 29, 2006

The crack of doom


"Ξυπναω στις τεσσερεις. Δεν μπορει να εχει γινει κατι τετοιο, αφου στις τεσσερεις παρα τεταρτο ημουν ακομα ξυπνια. Ή μηπως κοιμομουν με ανοιχτα τα ματια πανω απο την ιδια σελιδα? Μια βδομαδα πανω στην ιδια σελιδα κοιμαμαι, χάλια μεταφραση, εχω χασει και το αλλο του ταιμπο ΙΙ που μου αρεσε γαμωτο, ευτυχως δεν εσπασα τα γυαλια. Χαλια μεταφραση, το ειπα ηδη ε?, και το Junkie δεν μου αρεσε, διψαω, να σηκωθω να πιω πορτοκαλαδα, θελω να πιω κατι γλυκο, ας εχω κρυα πορτοκαλαδα, εστω και αυτη του lidl που δεν μου αρεσει. Η πιο ωραια ειναι η εψα η μπλε, τι ωραια οταν ημουν φοιτητρια, ας ξυπνουσα φοιτητρια παλι. Ωραια εχει, πινω λιγο, επιστρεφω στο κρεβατι, ξυπναω παλι, μα ποτε κοιμηθηκα? Ζεσταινομαι, δεν βγαζω ομως την ζακετα, ειδα τον Κωστα το γκαρσονι στο ονειρο μου να με φιλαει, ή μηπως δαγκωνα τα χειλια μονη μου, και μου διαβαζε ενα γραμμα οτι ειναι η μοιρα μου να σε ερωτευτω και να πονεσω γιατι εισαι αρχιτεκτονας. Ξαφνικα τον αγαπαω πολυ και του λεω οτι ισως η μοιρα σου να αλλαξει, γιατι ειμαι πολιτικος μηχανικος, μετα λεω σε καποιον με κοτσιδα που ασχολειται με υπολογιστες οτι το Χαλανδρι πολεοδομικως ειναι ομοκεντροι κυκλοι, να σε αποτρεπει να το διασχισεις για να κοψεις δρομο, μονο αν εχεις δουλεια να μπαινεις μεσα, το μονο που θελω ειναι να τον φιλησω βεβαια ή μηπως θελω να του δαγκωσω τα χειλια? Μου απανταει ενας ψηλος με ωραιο αρωμα, δεν ακουω τι λεει ομως γιατι εχω ξαναξυπνησει στο μεταξυ, ξαναπαω κουζινα να πιω την υπολοιπη πορτοκαλαδα, αν και δεν μου αρεσει η γευση της. Ανοιγω το ντουλαπι αντι για το ψυγειο, ξεχασα οτι προχτες τους αλλαξα θεση. Βρισκω και ενα μπουκαλι γαλα ξυνισμενο στο ντουλαπι και το πεταω, αυτο το παραληρημα θα ηταν ενα ωραιο κειμενο να το γραψω, υπερεαλιστικο, ονειρευομαι οτι το γραφω, παλια ηξερα απεξω να απαγγελω τον τρελο λαγο, τον ειχα απαγγειλει με γελοια φωνη ρουφωντας ηλιον απο ενα μπαλονι σε ενα μπαρ που πηγα μονο εκεινο το βραδυ με μια παρεα που ειδα μονο μια φορα, εγω το ελεγα κοροιδευτικα ζειδωρον ο γατος κανενας δεν το καταλαβε. Αυτος με την κοτσιδα κατι μου λεει και του απανταω ειρωνικα, αλλα δεν θελω να του απαντησω ετσι. Ηπια πολυ χτες, κατι λεω για το ποτε ειναι καλο το κοκκινο κρασι, ειμαι ξανα στο σημειο της βραδιας που πινω το τεταρτο ποτηρι. Καλα περναω, και την Πεμπτη καλα περασα. Γυρναω σπιτι γιατι χτυπαει το ξυπνητηρι, σηκωνομαι και το κλεινω, εχω κοιμηθει σημερα? Να σηκωθω να δουλεψω? Τονους δεν βαζω στα κειμενα. Αγχωνομαι θυμηθηκα την δουλεια, μηπως μου αρεσει ο Κωστας το γκαρσονι τελικα?Ειναι λιγο γκει βεβαια. Ειναι Κυριακη σημερα? Δεν μοιαζει σαν τετοια. Και χτες δεν καταλαβα εθνικη επετειο, δεν εχω καταλαβει τιποτα φετος, μηπως εχω καταθλιψη? Θα τηγανισω κουτσομουρες σημερα γιατι τις εχω αγορασει απο την Τεταρτη και θα χαλασουν και θα κοψω σαλατα λαχανο με πολυ λεμονι."...

...Και μετα ξυπνησα στις 2 το μεσημερι.


Misirlou Oubliez, 8:19 PM

6 Comments:

Ορίστε τώρα...
Με κόλλησες και καθόμουν και έβλεπα τα Even Stephen από το youtube. Τσέκαρε αυτό αν θέλεις. ;-)

http://www.youtube.com/watch?v=wzJTXoBdbb4&mode=related&search=
Anonymous Anonyme, at 30/10/06 03:55  
Γινανε καλές οι κουτσομούρες;
Blogger Lex_Luthor06, at 30/10/06 09:07  
Βρωμάς ψαρίλα.....
Blogger it is, at 30/10/06 12:23  
Γουσταρω τρέλλα και παραλληρημα. Η καλυτερη πορτοκαλαδα ειναι η συμπυκνωμενη Λακωνια
Blogger Fight Back, at 30/10/06 17:18  
Το παρακάτω κείμενο αφιερωμένο στη Μισσιρλου για τις ομορφες στιγμες στο ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ:

Ήταν βράδυ Παρασκευής, ήμουν καλεσμένος σ' έναν συνάδελφο άπ' τη δουλειά. Ήμασταν καμιά τριανταριά, όλοι μας μεσαία στελέχη επιχειρήσεων, ανάμεσα στα είκοσι πέντε και στα σαράντα. Κάποια στιγμή, μια μαλακισμένη άρχισε να γδύνεται. Έβγαλε το μπλουζάκι της, κατόπιν το σουτιέν της, τέλος τη φούστα της, κι όλα αυτά παίρνοντας απίθανες εκφράσεις. Για μερικά δευτερόλεπτα στριφογυρνούσε με το κιλοτάκι της, υστέρα άρχισε να ξαναντύνεται, μην έχοντας να κάνει τίποτα άλλο. Άλλωστε είναι μια γκόμενα πού δεν πηδιέται με κανέναν. Κάτι πού υπογραμμίζει ακόμη πιο πολύ το παράλογο της συμπεριφοράς της.

Αφού κατέβασα το τέταρτο ποτήρι βότκα, άρχισα να νιώθω αρκετά άσχημα και χρειάστηκε να ξαπλώσω σ' ένα σωρό με μαξιλάρια, πίσω άπ' τον καναπέ. Λίγο αργότερα, ήρθαν και κάθισαν στον ίδιο καναπέ δυο κοπέλες. Καθόλου όμορφες, οι δυο αγάμητες του τμήματος μας. Πηγαίνουν μαζί στα εστιατόρια και διαβάζουν βιβλία για την ανάπτυξη της γλώσσας στα παιδιά, τέτοιες
σαχλαμάρες.

Αμέσως βάλθηκαν να σχολιάσουν τα νέα της ημέρας, πώς μια κοπέλα του τμήματος είχε έρθει στη δουλειά με μίνι φούστα φοβερά κοντή, σύρριζα στα κωλομέρια.

Και τι πίστευαν γι' αυτό; Το έβρισκαν πολύ σωστό. Οι σιλουέτες τους προβάλλονταν στον τοίχο απέναντι μου σαν φιγούρες θεάτρου σκιών αλλόκοτα μεγεθυμένες. Οι φωνές τους ακούγονταν από κάπου πολύ ψηλά, λες και μιλούσε το Άγιο Πνεύμα. Δεν ήμουν διόλου στα καλά μου, ήταν ολοφάνερο.
Για κάνα τέταρτο, δεν σταματήσανε ν' αραδιάζουν κοινοτοπίες. Πώς είχε κάθε δικαίωμα να ντύνεται όπως γουστάρει, και πώς αυτό δεν είχε τίποτα να κάνει με την επιθυμία της τάχα ν' αποπλανά τους άντρες, και πώς το 'κανε μόνο και μόνο για δική της ευχαρίστηση, για να νιώθει καλά μες στο πετσί της κ.λπ. Τα τελευταία θλιβερά κατάλοιπα της παρακμής του φεμινισμού. Μάλιστα κάποια στιγμή πρόφερα αυτές τις λέξεις μεγαλόφωνα: «τα τελευταία θλιβερά κατάλοιπα του φεμινισμού». Όμως εκείνες δεν με άκουσαν.

Κι εγώ στ' αλήθεια είχα προσέξει εκείνη την κοπέλα. Δύσκολο να σου ξεφύγει. Μέχρι κι ο διευθυντής του τμήματος είχε καυλώσει.

Αποκοιμήθηκα προτού τελειώσει ή κουβέντα τους, είδα όμως ένα απαίσιο όνειρο. Οι δυο χαμούρες πήγαιναν αλά μπρατσέτα στο διάδρομο πού διασχίζει το τμήμα μας και σήκωναν ψηλά τα πόδια τους τραγουδώντας εκκωφαντικά:

Κι αν περπατάω με τα καπούλια μου γυμνά
καρφάκι δεν μου καίγεται για σας, αγόρια!
Κι αν δείχνω και τα μπούτια μου τα τριχωτά
Το κάνω για την πάρτη μου, να λείπει ή κατηγόρια!

Ή κοπέλα με το μίνι στεκόταν στις παραστάδες μιας πόρτας, όμως τώρα φορούσε ένα μακρύ μαύρο φόρεμα, μυστηριώδης και σοβαρή. Τις κοιτούσε χαμογελώντας. Πάνω στους ώμους της είχε κουρνιάσει ένας γιγάντιος παπαγάλος - ήταν, λέει, ο διευθυντής μας. Πού και πού εκείνη τον χάιδευε στα πούπουλα της κοιλιάς του, μ' ένα απρόσεκτο αλλά έμπειρο χέρι.

Ξυπνώντας, συνειδητοποίησα πώς είχα ξεράσει στη μοκέτα. Ή βραδιά έφτανε στο τέλος της. Καμουφλάρισα τον εμετό κάτω από τα μαξιλαράκια, κατόπιν σηκώθηκα και προσπάθησα να επιστρέψω σπίτι. Τότε ήταν πού αντιλήφθηκα ότι είχα χάσει τα κλειδιά του αυτοκινήτου.
Anonymous Anonyme, at 8/11/06 14:41  
Η συνεχεια του προηγουμενου κειμενου για τις ασκοπες περιπλανησεις και τις αμπελοφιλοσοφιες στο ΠΑΡΙΣΙ:

Η μεθεπομένη ήταν Κυριακή. Ξαναγύρισα στη γειτονιά, όμως το αμάξι μου ήταν άφαντο. Στην πραγματικότητα, δεν θυμόμουν που το είχα παρκάρει, όλοι οι δρόμοι μου φαινόντουσαν ίδιοι. Η οδός Μαρσέλ-Σάμπα, ή οδός Μαρσέλ- Ντασό... ένα τσούρμο Μαρσέλ. "Ορθογώνια κτήρια όπου ζουν άνθρωποι.
Βίαιη αίσθηση ομοιομορφίας. Μα που βρισκόταν το αυτοκίνητό μου;

Καθώς περιπλανιόμουν ανάμεσα σε αυτούς τους Μαρσέλ, με πλημμύρισε σιγά-σιγά μια κάποια κούραση σχετικά με τ' αυτοκίνητα και τα πράγματα αυτού του κόσμου. Από τότε πού το είχα αγοράσει, το Πεζό μου -μοντέλο 104- μου προξενούσε συνεχώς μπελάδες. Επανειλημμένες επισκευές, ακατανόητες ως επί το πλείστον, ελαφριά τρακαρίσματα... Βέβαια οι άλλοι οδηγοί
παριστάνουν τους άνετους, αναγνωρίζουν συμβιβαστικά τις ευθύνες τους, λένε, «Εντάξει, σύμφωνοι». Όμως κατά βάθος σε κοιτάνε με βλέμμα γεμάτο μίσος – είναι πολύ δυσάρεστο.

Στο κάτω-κάτω, αν το καλοσκεφτόμουν, θα πήγαινα στη δουλειά με το μετρό, δεν θα έφευγα τα σαββατοκύριακα, ελλείψει προσιτού προορισμού. για τις διακοπές μου θα διάλεγα τις περισσότερες φορές οργανωμένα ταξίδια, κάποιες άλλες ένα παραθεριστικό συγκρότημα.
«Τι να το κάνεις λοιπόν το αυτοκίνητο;» επαναλάμβανα στον εαυτό μου περπατώντας στην οδό Εμίλ - Λαντρέν. Μονάχα όταν έφτασα στη λεωφόρο Φερντινάν-Μπουισόν μου κατέβηκε ή ιδέα να καταγγείλω πώς μου το έκλεψαν. Πολλά αυτοκίνητα τα κλέβουν στις μέρες μας, ιδίως στα κοντινά προάστια. Το συμβάν θα γινόταν εύκολα κατανοητό και παραδεκτό, τόσο από την ασφαλιστική εταιρεία όσο κι από τους συναδέλφους μου στο γραφείο. Πώς στην ευχή να ομολογήσω ότι δεν θυμόμουν που το είχα παρκάρει; Περνούσα έτσι κι αλλιώς για πλακατζής, σχεδόν ανώμαλος ή καραγκιόζης – θα ήταν πολύ απερίσκεπτο εκ μέρους μου. Η πλάκα δεν ωφελεί καθόλου σε παρόμοιες περιπτώσεις, τότε είναι πού οργιάζουν οι φήμες, πού σφυρηλατούνται ή διαλύονται φιλίες. Την ξέρω τη ζωή, έχω πάρει το κολάι. Έτσι και παραδεχτείς ότι έχασες το αυτοκίνητο σου, θέτεις ουσιαστικά εαυτόν εκτός κοινωνικού κορμού- μην το συζητάμε, καταγγελία κλοπής!
Anonymous Anonyme, at 8/11/06 15:09  

Add a comment